ὀμφακηρός

ὀμφακηρός
ὀμφᾰκ-ηρός, ά, όν, ([etym.] ὄμφαξ)
A for holding

ὄμφακες, ἀγγεῖα Philagr.

ap. Orib.5.17.8 codd. (Ὀμφακηνά Daremb.), Aët.5.136,137 (

ὀμφακηρὰ α' PLond.2.239.13

(iv A.D.) must be pl. in spite of the numeral).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ομφακηρός — ὀμφακηρός, ά, όν (Α) 1. προορισμένος για τοποθέτηση ή φύλαξη ομφάκων, δηλ. άγουρων σταφυλιών («ἀγγεῑα ὀμφακηρά», Φιλάγρ.) 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ὀμφακηρά στρογγυλό λαγήνι, προχόη, κανάτα οίνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄμφαξ, ακος «άγουρο σταφύλι» + κατάλ.… …   Dictionary of Greek

  • ὀμφακηρά — ὀμφακηρός for holding neut nom/voc/acc pl ὀμφακηρά̱ , ὀμφακηρός for holding fem nom/voc/acc dual ὀμφακηρά̱ , ὀμφακηρός for holding fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀμφακηροῖς — ὀμφακηρός for holding masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -ηρός — το επίθημα ηρός είναι το πιο διαδεδομένο από τα επιθήματα σε ρος τής Αρχαίας. Στον Όμηρο απαντά μικρός αριθμός επιθέτων σε ηρός αλλά στους μεταγενέστερους συγγραφείς ο αριθμός αυτός αυξάνεται σημαντικά. (Ήδη στον Ιπποκράτη απαντούν 20 νέα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”